Την Κυριακή 18 Νοεμβρίου και ώρα 19.00-20.00, μας δόθηκε η τιμή να λάβουμε μέρος στα εργαστήρια ενηλίκων του Raise your voice festival, που έγινε στην Τεχνόπολη και έτσι, ο Γιώργος Τσάμης, η Τίνα Πετριτσοπούλου και η Χρυσούλα Βαρδάκη ήταν εκεί για να μιλήσουν για το πολύ σημαντικό θέμα: “Σκλάβοι στα σφαγεία και σπισισμός”.

Ευχαριστούμε πολύ την διοργάνωση για την πρόσκληση και συγχαίρουμε που φρόντισε να παραβρεθούν μόνο vegan επιχειρήσεις υπεύθυνες για το φαγητό καθώς επίσης που ζήτησε από τους πρόσφυγες οι οποίοι θα μαγειρέψουν, να μην έχει κρέας το φαγητό που θα ετοιμάσουν.

Ο σεβασμός προς τον (συν)άνθρωπο και ο σεβασμός προς τα υπόλοιπα ζώα αλλά και προς το περιβάλλον, είναι αλληλένδετες αξίες και γι αυτό χαιρόμαστε πολύ να βλέπουμε τέτοιες πρωτοβουλίες.

                                         Ένας πιο συμπονετικός κόσμος είναι εφικτός και έχει ξεκινήσει να αναδύεται!


Το εργαστήριό μας ήταν αυτό με την μεγαλύτερη προσέλευση κόσμου (γύρω στα 20 άτομα), όπως μας είπαν από την διοργάνωση. Δυστυχώς ο κόσμος που ήρθε όμως, ήταν ήδη βίγκαν ή έστω χορτοφάγοι, ενώ εμείς ελπίζαμε να αφυπνίσουμε ανθρωποκεντρικά άτομα. Δηλαδή άτομα με ευαισθησία στην εκμετάλλευση ανθρώπων για να κάνουν την σύνδεση…Σε κάθε περίπτωση όμως, ήταν μια καλή αφορμή για να ξεκινήσει ένας ουσιαστικός διάλογος για τον σπισισμό και τις καταστροφικές προεκτάσεις του και στην ελληνική κοινωνία. Οφείλουμε να δώσουμε την φωνή μας σε αυτές και σε αυτούς που την χρειάζονται και να προασπίσουμε το δικαίωμα στη ζωή και την ελευθερία όλων των έμβιων συναισθανόμενων πλασμάτων του πλανήτη μας.

Ο Γιώργος έγραψε σχετικά με το workshop:

“Ο σπισισμός είναι ο πατέρας του ρατσισμού και του σεξισμού, πρόκειται για έναν κοινωνικό διαχωρισμό που επιφέρει όλεθρο στον πλανήτη μας.

Η διάκριση μεταξύ των ειδών, η προκατάληψη και η προδιαμορφωμένη στάση ότι το ανθρώπινο είδος είναι το ανώτερο είδος στον πλανήτη, μόνο περιβαλλοντική σύγχυση δημιουργούν. Ο σπισισμός μας διαχωρίζει, δίνοντας περισσότερη ηθική αξία στα ανθρώπινα ζώα παρά στα μη ανθρώπινα.

Στην πράξη, ο σπισισμός εκφράζεται με πολλαπλές μορφές εκμετάλλευσης των άλλων ειδών, τα οποία θεωρούνται ως ανθρώπινη ιδιοκτησία. Στις ανθρώπινες κοινωνίες, τα μη ανθρώπινα ζώα χρησιμοποιούνται με διάφορους τρόπους ανάλογα με την περίπτωση κάθε φορά και τα ανθρώπινα συμφέροντα. Μια τέτοια χρήση μπορεί να σχετίζεται με τα ίδια τα ζώα – ζωντανά ή νεκρά, ολόκληρα ή μέρη του σώματός τους, τα όργανα τους, τα παράγωγα τους, τις εκκρίσεις τους, τις υπηρεσίες που παρέχουν ως μηχανές μεταφοράς, ως διασκεδαστές ή ως κατοικίδια.

Η νοοτροπία του σπισισμού επιτρέπει την επιβολή ιεραρχικής εξουσίας και εμπνέει την κυριαρχία.

Οι σπισιστικές βιομηχανίες εκμετάλλευσης ανθρώπων και ζώων αντικειμενοποιούν ψυχές και σώματα σε καθημερινή βάση, με τα μη ανθρώπινα θύματα να ξεπερνούν τα 56 δισεκατομμύρια ετησίως.

Οι συνθήκες εργασίας σε αυτές τις βιομηχανίες είναι εξευτελιστικές, πρόκειται για ένα σύγχρονο δουλεμπόριο ανθρώπων που δυστυχώς συγκαλύπτεται από τις κυβερνήσεις της εκάστοτε χώρας.”


Ακολουθούν τρεις μαρτυρίες από εργαζόμενους σφαγείων (που διαβάστηκαν στο εργαστήριο):

Μαρτυρία του Walter Bond, πρώην εργάτη σφαγείου γουρουνιών:

“Επρόκειτο να χτίσουμε μια προέκταση του ορόφου ενός σφαγείου στο εργοστάσιο IBP στην πόλη Perry της Αϊόβα. Σε αυτό το υπό πλήρη λειτουργία σφαγείο είδα τους πιο φρικτούς φόνους που θα μπορούσε κανείς να δει. Επειδή ήταν παλιά εγκατάσταση, μας καλούσαν διαρκώς για να κάνουμε συντήρηση σε όλη τη μονάδα. Από το μαντρί μέχρι το σφαγείο, κατά τη διάρκεια των 5 μηνών ήμουν συνένοχος και συνεργός σε όλα. Όταν ξεκίνησα, οι μυρωδιές, το θέαμα και οι ήχοι ήταν καταθλιπτικοί.

Έλεγα συνέχεια στον εαυτό μου, “Αυτό είναι το φαγητό σου, μην αηδιάζεις”. Μέσα σε 6 έως 8 εβδομάδες ένιωσα ψυχικά νεκρός. Για 12 ώρες, μερικές φορές 15, δούλευα μέσα στο αίμα.

Όπως τις 3 ημέρες που δούλευα στις υδραυλικές εγκαταστάσεις έχοντας γδαρμένα γουρούνια να με κοιτάζουν. Ή όπως την περίοδο που έπρεπε να χειρίζομαι το περονοφόρο ακριβώς δίπλα από σωρούς ”ελαττωματικών” γουρουνιών που ήταν ”ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση”. Για τον ένα ή τον άλλο λόγο τα είχαν στοιβάξει και τα είχαν αφήσει εκτεθειμένα στο κρύο μέχρι να πεθάνουν.

Από όλες τις φρικαλεότητες που έχω βιώσει, αυτός ο σωρός νεκρών ζώων στοιχειώνει ακόμα την ψυχή μου. Στη συνέχεια ήρθε η μέρα που άλλαξε τη ζωή μου. Μαζεύαμε τα εργαλεία μας και καθαρίζαμε, όταν ένα γουρούνι που είχε υποστεί ηλεκτροσόκ και είχε κρεμαστεί ανάποδα για να αιμορραγήσει μέχρι θανάτου ξύπνησε, άρχισε να έχει σπασμούς και έπεσε από το τσιγκέλι. Άρχισε να τρέχει προς το μέρος μου και των υπολοίπων εργατών. Τρεις εργαζόμενοι του IBP άρχισαν να το κυνηγούν.

Ένας με ένα μεταλλικό σωλήνα και δύο με ρόπαλα του μπέιζμπολ. Άρχισαν να χτυπούν το γουρούνι μέχρι θανάτου. Γύρισα το κεφάλι μου για να μη βλέπω όπως νόμιζα ότι θα έκανε οποιοσδήποτε… αλλά έκανα λάθος. Όπως αποδείχθηκε, ήμουν πρόσωπο με πρόσωπο με τους συναδέλφους μου. Καθώς άκουγα τις κραυγές του ζώου μόλις 30 μέτρα πίσω μου, είδα τους συναδέλφους μου να πανηγυρίζουν και να ζητωκραυγάζουν, να εκστασιάζονται κάθε φορά που ακουγόταν ένας γδούπος, να γελούν και να γιορτάζουν με το βίαιο θάνατο ενός αισθανόμενου όντος. Εκείνη τη νύχτα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μου, έτρεχαν συνέχεια οι εικόνες αυτές στο μυαλό μου. Αηδίασα με τον εαυτό μου. Αηδίασα με την ανθρωπότητα. Σταμάτησα να τρώω κρέας. Λίγες μέρες αργότερα ο εργοδότης μου με πλησίασε και με ρώτησε αν χρειάζομαι να μου δανείσει χρήματα. Είπα, “Οχι, γιατί ρωτάτε;”, είπε ότι είχε παρατηρήσει ότι έτρωγα μόνο φιστικοβούτυρο και μαρμελάδα και νόμιζε ότι δεν είχα χρήματα. Του είπα ότι δεν ήμουν άφραγκος και ότι απλά σταμάτησα να τρώω κρέας. Άρχισε να με κοροϊδεύει και να με αποκαλεί ”άνθρωπο των σπηλαίων”. Παραιτήθηκα επί τόπου.

Οι εργαζόμενοι στους γρύλους, αυτοί που ασχολούνται με όλο το πηχτό αίμα, την βρωμιά και τον κίνδυνο είναι γνωστοί και ως «λευκοκαπελάδες». Στην IBP, η θέση σου στην ιεραρχία φοριέται στο κεφάλι σου με το χρώμα του σκληρού καπέλου σου, που υποδηλώνει τον βαθμό σου. Οι λευκοκαπελάδες ήταν όλοι Αφρικανοί μετανάστες εκτός από τα πληρώματα καθαρισμού που ήταν Λατίνοι μετανάστες. Οι λευκοκαπελάδες δούλευαν στον «όροφο των φόνων», διαχωρίζοντας και στοιβάζοντας τα στοιβαγμένα δέρματα. Πληρώνονται στο πραγματικά ελάχιστο και δεν υπάρχει κανένα απολύτως περιθώριο παρέκκλισης του μισθού (σσ. προς τα πάνω). Δουλεύουν 12 ώρες βάρδια με ένα 20λεπτο γεύμα και δύο 10λεπτα διαλείμματα. Απειλούνται διαρκώς με γραπτές προειδοποιήσεις για την παραμικρή απόκλιση από τους κανόνες ή την επιβράδυνση της παραγωγής. Τρεις γραπτές προειδοποιήσεις μέσα σε ένα εξάμηνο και απολύονται, ωθούνται προς μετανάστευση και απελαύνονται.

Περίπου 1 στους 5 λευκοκαπελάδες έχει χάσει το δάχτυλο του ή μέρος αυτού από την δουλειά σε εξευτελιστικά ξέφρενους ρυθμούς πάνω από ψαλίδια και πριόνια πεπιεσμένου αέρα.

Οι επόπτες των λευκοκαπελάδων είναι οι «κιτρινοκαπελάδες». Υπάρχουν τρείς κιτρινοκαπελάδες σε κάθε περιοχή της εγκατάστασης με εξαίρεση τον «όροφο των φόνων» που έχει πέντε. Κάθε κιτρινοκαπελάς που γνώρισα ποτέ μου ήταν ένας εξαιρετικά θυμωμένος 30άρης – 40άρης, του οποίου η κύρια εργασία απ’ ότι φαίνεται ήταν να γελοιοποιήσει και να φοβίσει τους λευκοκαπελάδες. “

Ο Walter Bond έγινε μετέπειτα ακτιβιστής για τα δικαιώματα των ζώων και βρίσκεται στην φυλακή από το 2010 για εμπρηστικές επιθέσεις σε εργοστάσια παραγωγής δερμάτων και σε εστιατόριο που πουλάει φουά γκρα. Αναμένεται να αποφυλακιστεί 14/4/2021.

Πηγή

Μαρτυρία ανήλικου παιδιού που εργάστηκε σε δημοτικό σφαγείο σε νησί της Ελλάδας:

“Κυρία νιώθαμε σα δολοφόνοι μέσα στα αίματα. Φέρνανε τα κατσίκια, το ένα πίσω από το άλλο, εγώ ξέρω, τους κόβω το λαιμό και αμέσως την καρωτίδα για να πεθάνει αμέσως, άλλοι δεν ξέρανε όμως, φούσκωσα ένα για να το γδάρω κι ήταν ακόμη ζωντανό, αλλά δε μπορούσε να φωνάξει γιατί του ΄χαν κόψει το λαιμό.

Όταν έφεραν τα μωρά σιγουρεύτηκα ότι είμαστε φονιάδες. Τα μωρά κατσικάκια κάνουν “μα, μα” κι όχι “με, με” και νόμιζα ότι φωνάζουν τη μαμά τους.

Την ώρα που έσφαζα ένα, ήρθε ένα άλλο και βύζαινε το παντελόνι μου. Το΄σωσα αυτό που βύζαινε, ήθελα να σώσω άλλο ένα αλλά μου είπαν να το πληρώσω για να το πάρω. Πάλι καλά που πήρα την Λιλίκα, με μπιμπερό την ταΐζω, δεν θα την σφάξω ποτέ.”

Πηγή

Μαρτυρία Λατινοαμερικάνου που δούλευε σε βιομηχανία επεξεργασίας κοτόπουλων:

“Δούλεψα σε μονάδα επεξεργασίας για 4 μήνες. Ήμουν σε ένα μηχάνημα που πακετάρει όταν αυτό κόλλησε. Ο μόνος τρόπος να επισκευαστεί είναι ενώ αυτό δουλεύει. Το χέρι μου κόλλησε στο μηχάνημα και έχασα 4 δάχτυλα. Ο επιστάτης με πήγε στο νοσοκομείο το οποίο ήταν σε απόσταση 2 ωρών αλλά μας αναγκάζουν να πηγαίνουμε στο συγκεκριμένο γιατί εκεί δουλεύουν οι συνεργαζόμενοι με την εταιρεία γιατροί οι οποίοι κάνουν απλώς ό,τι τους πει η εταιρεία. Ήμουν εκεί μέχρι τις 3.00. Το χέρι μου με πέθαινε στον πόνο αλλά ο γιατρός είπε ότι μπορούσα να δουλέψω. Με έβαλαν να υπογράψω μια φόρμα που έλεγε ότι δεν μπορούσα να πάρω τα δικά μου ιατρικά αρχεία χωρίς να ζητήσω την άδεια από την εταιρεία. Ο επιστάτης μου είπε να γυρίσω στην δουλειά εκείνο το βράδυ και να δουλέψω με το ένα χέρι. Το προσπάθησα για μερικές μέρες αλλά ο πόνος ήταν έντονος. Πήγα στην νοσοκόμα της εταιρείας. Μου είπε να πάρω Tylenol και να γυρίσω στην δουλειά. Φοβόμουν μην πάθω γάγγραινα, δουλεύοντας στο κρύο δωμάτιο. Δεν άντεχα τον πόνο. Μετά από μια εβδομάδα ένας φίλος είπε στον επιβλέπων ότι πρέπει να μου δώσουν άδεια. Την επόμενη μέρα με κάλεσαν από το HR και με απέλυσαν λόγω του χεριού μου. Αιτήθηκα αποζημίωση. Η εταιρεία είπε ότι έπρεπε να με δει ο γιατρός στο νοσοκομείο που απείχε 2 ώρες αλλά εγώ δεν έχω αυτοκίνητο, δεν μπορούσα να πηγαίνω συνεχώς εκεί οπότε η εταιρεία είπε ότι ήμουν αμελής και ότι δε θα μου καλύψουν την θεραπεία που μου έδωσε ο γιατρός στην πόλη. Το χέρι μου είναι άχρηστο. Δεν μπορώ να πιάσω κάτι οπότε δεν μπορώ να εργαστώ. Όλη η δουλειά είναι χειρωνακτική, ακόμη και η ελαφρού τύπου. Όχι μόνο οι δουλειές σχετικά με τα κοτόπουλα. Όλες οι δουλειές. Ακόμη προσπαθώ να πάρω την αποζημίωση και στο μεταξύ με στηρίζει η γυναίκα μου. Αν της συμβεί κάτι δεν ξέρω τι θα κάνω.”

Πηγή

Μερικά από τα στοιχεία που παρουσιάσαμε:

Ο συνδυασμός πολλών ωρών εργασίας και επαναλαμβανόμενης χειρωνακτικής κίνησης οδηγεί άμεσα σε αυξημένο κίνδυνο τραυματισμού. Οι εργαζόμενοι υφίστανται χρόνιους σωματικούς πόνους στα χέρια, στους καρπούς, στους βραχίονες, στους ώμους, στην πλάτη, καθώς και τεράστια ψυχολογική φθορά. Το ψυχολογικό τραύμα στον συγκεκριμένο χώρο εργασίας δεν πρέπει να υποτιμάται, η εργασία σφαγείου έχει συνδεθεί με ποικίλες διαταραχές, συμπεριλαμβανομένου του PTSD (διαταραχή μετατραυματικού στρες). Έχει επίσης συνδεθεί με την αύξηση ποσοστών εγκληματικότητας, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων περιστατικών οικογενειακής βίας, καθώς και με την κατάχρηση νόμιμων ναρκωτικών ουσιών όπως είναι το αλκοόλ, η νικοτίνη, τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα κ.λ.π. Ακόμα και η παρουσία ενός σφαγείου σε μια περιοχή μπορεί να αυξήσει τα ποσοστά των βιασμών της συγκεκριμένης περιοχής.

Η ζωή με χρόνιους πόνους και συνεχόμενη θλίψη επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής ενός ατόμου. Ορισμένες από τις δραστηριότητες που κανονικά θα έφερναν μεγάλη χαρά σε ένα άτομο, όπως το παιχνίδι με τα παιδιά του για παράδειγμα, παρεμποδίζονται από τους τραυματισμούς που υφίστανται στο χώρο εργασίας του.

Λόγω της απάνθρωπης φύσης της εργασίας τους, οι περισσότεροι εργαζόμενοι αισθάνονται ασήμαντοι και υποτιμημένοι, καθώς οι “δυνάστες” προϊστάμενοί τους είναι καταπιεστικοί και τους υπενθυμίζουν συνεχώς ότι μπορούν εύκολα να αντικατασταθούν. Στην περίπτωση των εργαζομένων χωρίς έγγραφα, η συνεχής απειλή απέλασης δημιουργεί πρόσθετο άγχος και αγωνία.


Ο Γιώργος, στον απολογισμό που έγραψε κλείνει με το παρακάτω κείμενο που μας εκφράζει όλες:

“Το τραγικό συμπέρασμα όλων αυτών είναι πως “άνθρωποι σκλάβοι” και “ζώα προϊόντα” παραμένουν θύματα μιας ανθρωποκεντρικής και σπισιστικής κουλτούρας που εμείς δημιουργήσαμε και συνεχίζουμε να τρέφουμε με τις καθημερινές μας επιλογές και καταναλωτικές ενέργειες.

Αναρωτήσου αν εσύ θα δούλευες ποτέ σε ένα σφαγείο ή σε κάποια παρόμοια βιομηχανία και αν η απάντηση που θα δώσεις στον εαυτό σου είναι αρνητική, τότε αναρωτήσου γιατί πληρώνεις κάποιον άλλον να το κάνει.

Αν η απάντηση είναι θετική, τότε μιλάμε για συναισθηματική αναπηρία και αυτό είναι θλιβερό.”