Οι ατμοσφαιρικές μετρήσεις μας παρέχουν πολύ πιο ακριβείς εκτιμήσεις για τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, πλήττοντας ισχυρισμούς που ευνοούσαν την βιομηχανική κτηνοτροφία αντί του συστήματος της βοσκής.
Περίληψη: Sarah Hanneken / Αρχική μελέτη: Hayek, M. N. (2019) / Δημοσίευση: 14 Φεβρουαρίου 2020
Ίσως να έχετε ακούσει το επιχείρημα: «Η βιομηχανική κτηνοτροφία είναι πολύ καλύτερη για το κλίμα από το να εκτρέφονται τα ζώα σε βοσκοτόπια.» Αν αυτό ήταν αλήθεια, οι ακτιβιστές για το κλίμα και οι υπερασπιστές των ζώων θα ήταν αντιφατικοί. Ευτυχώς, μια καινούργια μελέτη μας αναφέρει ότι τα υποτιθέμενα πλεονεκτήματα της εντατικής εκτροφής αντί της βοσκής είναι πολύ λιγότερα από ότι θεωρούσαν. Ο ερευνητής προτείνει την μείωση της συνολικής παραγωγής κρέατος και γαλακτοκομικών ως την πιο αξιόπιστη στρατηγική για την αποφυγή της κλιματικής αλλαγής.
Η εκτροφή ζώων για τροφή είναι μια δραστηριότητα με υψηλές εκπομπές άνθρακα, ανεξαρτήτως του συστήματος που ακολουθείται. Η κτηνοτροφία ευθύνεται για τις εκπομπές και των τριών πιο συνηθισμένων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου: διοξείδιο του άνθρακα (CO2) , μεθάνιο (CH4) και υποξείδιο του αζώτου (N2O). Από μόνα τους τα ζώα παράγουν μεθάνιο καθώς ρεύονται αλλά και μέσω της κοπριάς τους και η ενέργεια που απαιτείται για την λειτουργία στις φάρμες για να παραχθεί η τροφή τους απελευθερώνει επίσης τεράστιες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου. Αυτές οι εκπομπές είναι εγγενείς σε όλα τα συστήματα της κτηνοτροφίας, οπότε το να επιλέξουμε μια μέθοδο παραγωγής αντί μιας άλλης δεν θα κάνει την διαφορά.
Η ιδέα, ότι η εντατική κτηνοτροφία είναι πιο φιλική στο περιβάλλον αντί του συστήματος της ελευθέρας βοσκής μπορεί να φαίνεται ιδιαίτερα παράξενη σε μερικούς ανθρώπους. Πως είναι δυνατόν να νομίζει κάνεις ότι το να εκτρέφεις ζώα σε απίστευτα συνωστισμένες συνθήκες, με τεχνητές διαδικασίες είναι καλύτερο από τον φυσικό τρόπο της βοσκής που εφάρμοζαν οι πρόγονοί μας; Η ιδέα αυτή είναι αποτέλεσμα της δημοφιλής μεθόδου για την εκτίμηση των εκπομπών αερίων, γνωστή και ως «μοντέλο bottom-up».
Στην επιστημονική έρευνα, ένα «μοντέλο» αναφέρεται σε ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα συναρτήσεων που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες προκειμένου να εκτιμήσουν ή να προβλέψουν ένα αποτέλεσμα που θα ήταν δύσκολο να δοκιμάσουν στον έξω κόσμο. Το μοντέλο bottom-up υπολογίζει τις ζωικές εκπομπές αερίων χρησιμοποιώντας μια πληθώρα ιδιαίτερα συγκεκριμένων δεδομένων που έχουν συλλεχθεί σε επίπεδο εδάφους, όπως τον αριθμό των ζώων σε μια συγκεκριμένη περιοχή, τον όγκο και τον τύπο τροφής που καταναλώνουν, την συχνότητα αναπαραγωγής τους, την καθημερινή τους κίνηση, την αύξηση των κιλών τους και το προσδόκιμο ζωής τους, την μέθοδο αποθήκευσης της κοπριάς τους και των αποβλήτων, πληροφορίες για το τοπικό κλίμα, όπως και άλλα συγκεκριμένα συμπληρωματικά δεδομένα.
Όμως, τέτοιες πληροφορίες είναι κάποιες φορές δύσκολο να συγκεντρωθούν και να εκτιμηθούν με ακρίβεια. Επιπλέον, λόγω της φύσης των υπολογισμών που χρησιμοποιούνται για το μοντέλο των εκπομπών, ακόμη και το μικρότερο λάθος στα δεδομένα μπορεί να οδηγήσει σε πολύ ανακριβή αποτελέσματα. Ο ερευνητής αναφέρει ότι τέτοιου τύπου λάθη είναι ακριβώς η αιτία που οι επιπτώσεις της κτηνοτροφίας στα αέρια του θερμοκηπίου υποτιμήθηκαν.
Πιο συγκεκριμένα, το μοντέλο bottom-up δείχνει να προβλέπει λανθασμένα τις εκπομπές από την κοπριά στις φάρμες. Όταν το μεθάνιο μετριέται στον αέρα κατευθείαν πάνω από τις δεξαμενές κοπριάς, τους λάκκους στις φάρμες (σε αντίθεση με τις συνθήκες εργαστηριού), οι εκπομπές τείνουν να είναι κατά πολύ περισσότερες από ότι προβλέπουν τα μαθηματικά μοντέλα, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη μεγαλύτερο του 300%. Η μέτρηση κατευθείαν από τον αέρα είναι μια εναλλακτική μέθοδος να υπολογιστούν οι εκπομπές. Σε σύγκριση με τα bottom-up μοντέλα, τα οποία χρησιμοποιούν μετρήσεις εδάφους για να προβλέψουν τις συγκεντρώσεις αερίων του θερμοκηπίου στον αέρα, οι υπολογισμοί βασισμένοι σε πραγματικές ατμοσφαιρικές μετρήσεις είναι γνωστοί ως «μοντέλα top-down». Οι εκτιμήσεις αυτής της μεθόδου καταδεικνύουν ότι το σύνολο εκπομπών μεθανίου στις ΗΠΑ είναι στην πραγματικότητα 39-90% υψηλότερο από τις προβλέψεις του μοντέλου bottom-up.
Τώρα που γνωρίζουμε ότι οι λειτουργίες της κτηνοτροφίας στις ΗΠΑ εφησυχάζονταν στις χαμηλές εκτιμήσεις για τις εκπομπές του θερμοκηπίου που προκαλούν, ήρθε η ώρα να βάλουμε τα πράγματα την σωστή τους θέση. Ο ερευνητής αυτής της δημοσίευσης καλεί τους υπερασπιστές να εξαλείψουν τον ισχυρισμό ότι η εντατική βιομηχανική κτηνοτροφία αποτελεί παραγωγή ανώτερης μορφής κρέατος και γαλακτοκομικών για το περιβάλλον. Οι αρμόδιοι δεν θα πρέπει να βασίζονται σε αυτή την παρανόηση όταν αναλογίζονται λύσεις για το κλίμα.
Επιπλέον, ακόμη και αν η εντατική κτηνοτροφία ήταν περισσότερο φιλική στο περιβάλλον ανά μονάδα κρέατος ή γαλακτοκομικού προϊόντος που παράγονταν, η μετάβαση από την βοσκή στο σύστημα εντατικής βιομηχανοποίησης πολύ πιθανόν να αύξανε την παγκόσμια υπερθέρμανση. Και αυτό επειδή η ενίσχυση της παραγωγής τείνει να ωφελεί την κερδοφορία και να μειώνει τις τιμές, που με την σειρά του οδηγεί σε μεγαλύτερη κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών, και επομένως σε μεγαλύτερη παραγωγή, αποψίλωση και εκπομπές.
Συνοψίζοντας, τα λανθασμένα καλέσματα για εντατικοποίηση της κτηνοτροφίας δεν θα καταφέρουν την μείωση των εκπομπών που προβλέπει το μοντέλο bottom-up. Αυτό δεν σημαίνει ότι η εκτροφή των ζώων σε βοσκοτόπια είναι καλύτερη. Προκειμένου να γίνει μια ουσιαστική αλλαγή στις εκπομπές αερίων, οι ακτιβιστές για το κλίμα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην μείωση κατανάλωσης κρέατος και γαλακτοκομικών (και στην εξάλειψη τους) και να πιέσουν τις κυβερνήσεις για την υιοθέτηση (και τήρηση) στόχων για την μείωση των εκπομπών μεθανίου.
Η μελέτη καταλήγει με μια πρακτική πολιτική υπενθύμιση: Καθώς η πίεση για μείωση παραγωγής κρέατος και γαλακτοκομικών είναι σε εξέλιξη, οι παραγωγοί όλων αυτών των προϊόντων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στον σχεδιασμό και στη λήψη αποφάσεων και θα πρέπει να στηρίζονται στην μετάβασή τους σε κατάλληλα τοπικά, βιώσιμα, μη-ζωικά προϊόντα. Οι αρμόδιοι έχουν αμέτρητα εργαλεία στην διάθεσή τους για να είναι επιτυχημένη αυτή η αλλαγή. Οι υπερασπιστές των ζώων θα πρέπει να είναι στην κορυφή αυτής της προόδου και να κάνουν ότι καλύτερο μπορούν προκειμένου να ασκούν πίεση.
Πηγή: Faunalytics
Μετάφραση: Τίνα Πετριτσοπούλου
Η Sarah Hanneken είναι δικηγόρος που ειδικεύεται στο animal law και επικεντρώνεται στην νομοθεσία που αφορά τα ζώα φάρμας. Ως νομικός σύμβουλος σε διεθνή μη κερδοσκοπική οργάνωση για την προστασία των ζώων, η Sarah επιδιώκει την διεξαγωγή στρατηγικών που θα έχουν επιπτώσεις στην νομοθεσία που αφορά την προστασία των συμφερόντων των εκτρεφόμενων ζώων, μέσω του νομικού συστήματος.