Η πανδημία μας προσφέρει μια μεγάλη ευκαιρία να καταργήσουμε την καταστροφική βιομηχανία μαζικού τουρισμού.
Καθώς πλησιάζουμε στην «επέτειο» της ανακοίνωσης κήρυξης του COVID-19 ως πανδημία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πολλοί ευελπιστούν πως η διάθεση του εμβολίου θα μας βοηθήσει να επανέλθουμε στην προ πανδημίας «κανονικότητα». Για κάποιους προνομιούχους ανθρώπους αυτό σημαίνει να αποκτήσουν ξανά «ελευθερία» να ταξιδεύουν οπουδήποτε επιθυμούν.
Πράγματι, το «δικαίωμά» τους για διακοπές, όπως εκείνοι το αντιλαμβάνονται, σε μακρινούς προορισμούς όπου παρέχονται στους τουρίστες όλες οι ανέσεις και ελευθερίες να κάνουν ό,τι θέλουν, έχει μετατραπεί σε κάτι σχεδόν ιερό. Αυτό έχει να κάνει τόσο με το προνόμιο όσο και με τον τρόπο ο καπιταλισμός εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη.
Καθώς οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι, οι απαιτήσεις παραγωγικότητας αυξάνονται και οι ώρες εργασίας μεγαλώνουν, οπότε οι καπιταλιστικές κοινωνίες δημιουργούν μια μεσαία τάξη που βλέπει τον τουρισμό ως μια μορφή στιγμιαίας απόδρασης από την αγχωτική του πραγματικότητα.
Οι καπιταλιστικές δυνάμεις έχουν πείσει την αυξανόμενα υπερ-εργατική τάξη στην Δύση και αλλού, ότι για να «χαλαρώσει» κανείς, χρειάζεται διακοπές στο εξωτερικό με όλες τις ανέσεις να διατίθενται. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι αυτής της τάξης είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν σημαντικά ποσά χρημάτων για να μεταφερθούν μαζικά κάπου νότιoανατολικά ώστε να απολαύσουν μια εβδομάδα διασκέδασης στον βωμό των τοπικών κοινωνιών που υποφέρουν από την κατάχρηση της γης και των πόρων τους από τουριστικές εταιρείες και τους τοπικούς εταίρους τους.
Εντελώς κυριολεκτικά, ολόκληρες σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και μεταξύ ανθρώπων και φύσης διαμορφώνονται από την ανάγκη να επιτρέπεται στον τουρίστα πελάτη που πληρώνει να κάνει και να είναι ό, τι θέλει. Είναι ένας φαύλος κύκλος όπου η καπιταλιστική εργατική εκμετάλλευση, ο καταναλωτισμός και η εξόρυξη πλούτου εργάζονται για να παράγουν ένα απίστευτα καταστροφικό είδος μαζικού τουρισμού.
Εαν υπήρχε ποτέ μια στιγμή να επαναπροσδιορίσουμε την τουριστική βιομηχανία, αυτή θα ήταν τώρα. Η πανδημία του COVID-19 μας προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να κάνουμε μια ανασκόπηση στην άσχημη πραγματικότητα πίσω από τις εξωτικές μας διακοπές και να σπάσουμε τον κύκλο της εκμετάλλευσης. Αυτό θα απαιτούσε όχι μόνο τη μεταρρύθμιση της τουριστικής βιομηχανίας αλλά και την αναδιαμόρφωση των εργασιακών μας συστημάτων.
Οι πολλές επιπτώσεις του «εξορυκτικού» τουρισμού
Η τουριστική βιομηχανία, και οι κυβερνήσεις που καλωσορίζουν τα έσοδα από το εξωτερικό, ευδοκιμούν στο επιχείρημα ότι οι τοπικοί πόροι διαβίωσης εξαρτώνται από τον τουρισμό και υπαινίσσονται ότι εκατομμύρια άνθρωποι θα εξαναγκαστούν στην φτώχεια χωρίς αυτήν. Όμως, μια πιο προσεκτική εξέταση του τρόπου λειτουργίας των τουριστικών μονάδων μεγάλης κλίμακας αποκαλύπτει ποιοι είναι οι πραγματικοί νικητές και χαμένοι του μαζικού τουρισμού.
Όπως μια μονάδα εξόρυξης χρυσού στην τελευταία ανακάλυψη των ανεκμετάλλευτων κοιτασμάτων, έτσι και μια πληθώρα ξενοδοχειακών αλυσίδων, ξένων ταξιδιωτικών πρακτορείων, διαδικτυακών πρακτορείων κρατήσεων, αεροπορικών εταιρειών, κερδοσκόπων ακινήτων και πολυεθνικών κατασκευαστικών εταιρειών γρήγορα σπεύδουν να αξιοποιήσουν κάθε περιέργεια που μπορεί να έχει ένας επισκέπτης προς οποιοδήποτε μέρος ιστορικής ή φυσικής αξίας.
Παραδείγματα τόπων έλξης που γίνονται άφθονα ορυχεία για μια εξορυκτική βιομηχανία τουρισμού είναι τα ιστορικά κέντρα πόλεων όπως το Άμστερνταμ, το Μαρακές, η Βαρκελώνη, η Κρακοβία, η Γιογκιακάρτα, το Κούσκο και το Κιότο που έχουν μετατραπεί σε τεράστια υπαίθρια μουσεία, γεμάτα πλήθη τουριστών που συρρέουν σε καταστήματα με σουβενίρ, φθηνά ξενοδοχεία και εστιατόρια γρήγορου φαγητού. Πολλοί επί μακρόν κάτοικοι αυτών των πόλεων εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις αστικές τους κοινότητες λόγω της αύξησης των αξιών ιδιοκτησίας και της εξευγενισμού του τουρισμού. Όσοι παραμένουν, πάσχουν από την τεράστια πίεση που ασκούν οι τουρίστες στις τοπικές υποδομές.
Αλλού, σπάνια και όμορφα τοπία φυσικής ή πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως οι παραλίες της Ταϊλάνδης, σημεία με άγρια φύση όπως το Maasai Mara στην Κένυα ή ο ιστορικός χώρος του Μάτσου Πίτσου στο Περού, ερημώνοται, περιφράσσονται με νόμους διατήρησης και επανακτώνται από μια παγκοσμιοποιημένη αρχιτεκτονική τουριστικών πρακτορείων, αεροπορικών εταιρειών και αλυσίδων εφοδιασμού και αγροτικών επιχειρήσεων υπό τον έλεγχο των τοπικών θυγατρικών τους που απαιτούνται για τη διοχέτευση ατόμων στους αξιόλογους τόπους όσο το δυνατόν γρηγορότερα και πιο άνετα
Οι κυβερνήσεις συναινούν στην δημιουργία μεγάλων τουριστικών έργων εγκρίνοντάς τα για να τους διευκολύνουν, υπό τις υποσχέσεις οικονομικής ανάπτυξης. Αυτό αντικαθιστά πολύ συχνά την κυριαρχία των κοινοτήτων όσον αφορά τις παραδόσεις και τις ιστορικές σχέσεις τους με ιστορικούς ή φυσικούς χώρους. Ως αποτέλεσμα, οι ντόπιοι χάνουν συχνά τον έλεγχο της γης και της κοινοτικής ανάπτυξής τους και βλέπουν ελάχιστα οφέλη από την απασχόληση σε εκμεταλλευτικές θέσεις χαμηλής αμοιβής με πολλές ώρες και ελάχιστη ή καθόλου παροχή κοινωνικών παροχών.
Αντ ‘αυτού, το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου που εξάγεται από το τουριστικό «ορυχείο» διοχετεύεται σε πολυεθνικούς ομίλους, οι οποίοι κατέχουν ταξιδιωτικά γραφεία, ξενοδοχεία, αεροπορικές εταιρείες, κρουαζιερόπλοια, ακόμη και τοπικά εμπορικά καταστήματα λιανικής και των οποίων τα πλοκάμια εκτείνονται σε μεγάλα τουριστικά σημεία σε όλο τον κόσμο.
Ανισότητα και πανδημία
Όσο περισσότερο πλούτο και δύναμη συγκεντρώνουν οι πολυεθνικές, τόσο λιγότερη ευθύνη αντιμετωπίζουν όχι μόνο για την εκμετάλλευση της εργασίας, αλλά και για τις τεράστιες περιβαλλοντικές ζημίες που προκαλούν με τη μορφή υψηλού ανθρακικού αποτυπώματος, ρύπανσης και υπερβολικής χρήσης νερού, αποψίλωσης και καταστροφής των ακτών. Ο τουρισμός αντιπροσωπεύει το οκτώ τοις εκατό (8%) των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου ή περίπου 4,5 γιγατόνους διοξειδίου του άνθρακα.
Η πανδημία έχει ήδη ενεργοποιήσει μια ευρεία δημόσια συζήτηση για τις Νέες Πράσινες Προσφορές, την απόσυρση από τα ορυκτά καύσιμα και δίκαιες πράσινες μεταβάσεις. Προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία για εις βάθος επανεξέταση ολόκληρων τομέων της οικονομίας, από την υγειονομική περίθαλψη έως την εκπαίδευση και την γεωργία, για να αναιρέσουν και να ξαναγράψουν τον τρόπο λειτουργίας τους, λαμβάνοντας υπόψη τις τρελές ανισότητες που έχει εκθέσει η πανδημία.
Όμως, για τον τουριστικό κλάδο, έναν από τους μεγαλύτερους οικονομικούς τομείς του κόσμου, ο χρόνος είναι λίγος για να πραγματοποιήσει τόσο βαθιές αλλαγές. Καθώς οι πλούσιοι Δυτικοί εμβολιάζονται πρώτοι και πείθονται από λανθασμένες «κερδοφόρες» αφηγήσεις για την ανακούφιση της «ταξιδιωτικής φαγούρας» τους και ταυτόχρονα υποστηρίζονται οι τουριστικές επιχειρήσεις που υποφέρουν, παλαιές και νέες μορφές ανισότητας θα εδραιωθούν γρήγορα.
Σε χώρες που πιθανότατα θα λάβουν και θα διανεμηθούν εμβόλια πολύ αργότερα, αναμένεται να εμφανιστεί μια νέα μορφή «εμβολιαστικού απαρτχάιντ». Οι προνομιούχοι εμβολιασμένοι τουρίστες θα αισθάνονται αρκετά ασφαλείς για να ταξιδέψουν σε αυτές τις χώρες, αλλά θα εξακολουθήσουν να αποτελούν κίνδυνο για τους ντόπιους, καθώς τα εμβόλια δεν είναι γνωστό να εμποδίζουν τα εμβολιασμένα άτομα να μεταδίδουν τον ιό. Οι μη εμβολιασμένοι τοπικοί εργαζόμενοι θα αναγκαστούν από την οικονομική ανάγκη να αναλάβουν εκμεταλλευτικές θέσεις εργασίας στον τομέα του τουρισμού για να εξυπηρετήσουν αλλοδαπούς και έτσι να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο να προσβληθούν από το COVID-19, συνεχίζοντας έτσι την κυκλοφορία του ιού σε κοινότητες εργατικής τάξης στο Νότο.
Μέχρι να εμβολιαστεί ένα σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού, απαιτούνται σημαντικά προληπτικά μέτρα για την προστασία του εργατικού δυναμικού σε τουριστικά σημεία. Ωστόσο, οι κυβερνήσεις που επιθυμούν να επανεκκινήσουν τους κινητήρες της τουριστικής βιομηχανίας και οι οικογένειες που έχουν έλλειψη μετρητών ενδέχεται να μην το βλέπουν αυτό ως προτεραιότητα.
Εποένως, η επιστροφή στην «κανονικότητα» στον τουριστικό τομέα δεν σημαίνει μόνο επιστροφή στις παλιές εκμεταλλευτικές και «εξορυκτικές» πρακτικές αλλά θέτει και μια θανατηφόρα προοπτική για τις κοινότητες υποδοχής τωντουριστών, που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Εργατική και πολιτιστική κυριαρχία
Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε για να εμποδίσουμε την εξορυκτική τουριστική βιομηχανία να επιδεινώσει τις επιπτώσεις της πανδημίας; Μπορούμε να δράσουμε για να περιορίσουμε τη ζήτηση για μαζικό τουρισμό απόδρασης και να δώσουμε τον έλεγχο σε ιστορικούς και φυσικούς χώρους πίσω στις κοινότητες στις οποίες ανήκουν.
Πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των κοινωνικών κινημάτων όπως η La Vía Campesina, τα οποία απαιτούν να ελέγχεται η παραγωγή τροφίμων μέσω δημοκρατικών διαδικασιών από εκείνους που εργάζονται στην γη. Ομοίως, πρέπει να ζητήσουμε κυριαρχία στην εργασία και τον ελεύθερο χρόνο (σ.μ αντί να κυριαρχεί ο εργοδότης, να κυριαρχεί ο εργαζόμενος).
Πρέπει να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο της εκμετάλλευσης της εργασίας που αναγκάζει τις μεσαίες τάξεις των πιο προνομιούχων χωρών να αναζητούν ανακούφιση μέσω φθηνού, μαζικού τουρισμού. Για να συμβεί αυτό, οι εργαζόμενοι πρέπει να καθορίσουν συλλογικά ποιο επίπεδο παραγωγικότητας θεωρείται ανθρώπινο και αποδεκτό. Η εργατική κυριαρχία συνεπάγεται ότι οι εργαζόμενοι αναλαμβάνουν τον έλεγχο της δικής τους παραγωγικότητας, η οποία πρέπει να αποτελεί θεμελιώδες μέρος μιας οικονομίας που δίνει προτεραιότητα στην αναγέννηση και την εξυγίανση έναντι της ανάπτυξης.
Η τρέχουσα πανδημία είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για τη μετάφραση της αυξημένης αποτελεσματικότητας που προέρχεται από τη μετάβαση σε εικονικά εργασιακά περιβάλλοντα σε ορισμένους τομείς, σε περισσότερο ελεύθερο χρόνο για τους εργαζόμενους. Είναι επίσης η ώρα να αμφισβητηθούν οι καταχρηστικές πρακτικές στην τουριστική βιομηχανία για να διασφαλιστεί ότι ο ελεύθερος χρόνος κάποιου δεν μεταφράζεται σε εκμετάλλευση κάποιου άλλου.
Για να προστατευθούν οι εργαζόμενοι των τοπικών κοινοτήτων, πρέπει επίσης να υποστηρίξουμε την πολιτιστική κυριαρχία στον τουριστικό τομέα. Αυτό απαιτεί οι κοινότητες που γειτνιάζουν με χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς ή φυσικής ομορφιάς να έχουν την αυτονομία να καθορίζουν συλλογικά και δημοκρατικά πώς να διαχειρίζονται αυτά τα ειδικά μέρη. Ο τουρισμός μπορεί να παραμείνει μια σημαντική πηγή εσόδων για αυτές τις κοινότητες, αλλά ο έλεγχος του τρόπου ανάπτυξης και ρύθμισής του πρέπει να παραμείνει στα χέρια τους.
Η πολιτιστική κυριαρχία συνεπάγεται μια τουριστική βιομηχανία που δεν πουλά παράδοση, κληρονομιά ή φυσική ομορφιά στον πολυεθνικό όμιλο με τις υψηλότερες προσφορές, ανεξάρτητα από το εάν μεταμφιέζονται επιτυχώς προωθώντας τον «οικοτουρισμό» ή όχι. Αντίθετα, δίνει προτεραιότητα στη δίκαιη κατανομή των οφελών από τον τουρισμό και ελαχιστοποιεί τις αρνητικές επιπτώσεις της τουριστικής δραστηριότητας.
Η εργατική και πολιτιστική κυριαρχία πρέπει να συμβαδίζουν με τη μετατόπιση της παγκόσμιας κουλτούρας κατανάλωσης προς την αναγνώριση της επάρκειας (σ.μ ότι κάτι απλό είναι αρκετό και δεν χρειάζεται too much από οτιδήποτε) που βοηθά στην αποφυγή της καταστροφικής πορείας της προ-πανδημικής ζωής.
Για την αντιμετώπιση των ζημιών του παγκόσμιου μαζικού τουρισμού απαιτείται η λήψη αυστηρότερων κλιματικών μέτρων κατά της αεροπορικής βιομηχανίας και η ενθάρρυνση περισσότερων εσωτερικών και περιφερειακών ταξιδιών αναψυχής. Η εισαγωγή πιο αποδοτικών καυσίμων αεροπλάνων απλώς θα μειώσει το κόστος και θα αυξήσει τη ζήτηση. Ο επείγων χαρακτήρας που απαιτείται για τη μείωση των εκπομπών πριν από το 2030 σημαίνει ότι οι πτήσεις πρέπει να καταργηθούν. Η πανδημία προσγείωσε τις πτήσεις. Η αντιμετώπιση της κλιματική αλλαγής απαιτεί το ίδιο.
Ο κόσμος μετά την πανδημία πρέπει να συνεχίσει να κάνει αεροπορικά ταξίδια αποκλειστικά για βασικούς σκοπούς, όπως η οικογενειακή επανένωση και ο επαναπατρισμός. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος μετάβασης σε έναν τουρισμό μετά την πανδημία που καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων για τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού.
Αυτές οι διαφορετικές μορφές κατοχής κυριαρχίας στον τουριστικό τομέα προσφέρουν μια σαφή στρατηγική για να ξανασκεφτούμε τα ταξίδια σε έναν μετα-πανδημικό κόσμο και μπορούν να αποτρέψουν την αναπαραγωγή νέων αδικιών ενόψει του επερχόμενου «εμβολιαστικού απαρτχάιντ». Βασίζονται στη μοναδική στιγμή που η πανδημία έχει προσφέρει για να μεταμορφώσει δομικά την τουριστική βιομηχανία με έναν τρόπο που δίνει προτεραιότητα στην αυτονομία όλων των εργαζομένων να απαιτήσουν πολιτισμικά ευαίσθητες, υπεύθυνες για το κλίμα, δίκαιες και εύχρηστες συνθήκες εργασίας.
Αυτές οι στρατηγικές συνδυαστικά αποθαρρύνουν το καπιταλιστικό μάντρα του κεφαλαίου «work hard, play hard» που είναι τελικά ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, δημιουργώντας τεράστια ανισότητα και μας οδηγεί σε ένα καταστροφικό μέλλον.
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τη συντακτική στάση του Al Jazeera.
Ο Vijay Kolinjivadi είναι μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Πολιτικής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου της Αμβέρσας.
Μετάφραση: Ελίζα Δημητρά
** Ένα ακόμη άρθρο του ιδίου είναι το “Γιατί μια χίπστερ, βίγκαν, οικονομία πράσινης τεχνολογίας δεν είναι βιώσιμη”.